Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014

H νευρική ανορεξία ως εξάρτηση : ομοιότητες και διαφορές στο οικογενειακό προφίλ. Μερος 1ο


 
Πολλοί συγγραφείς προσεγγίζουν  τη νευρική ανορεξία ως μια εξαρτητική διαταραχή λόγω των κλινικών  ομοιοτήτων και των κοινών  ψυχοπαθολογικών μηχανισμών που μοιράζονται. Ο όρος εξαρτητική συμπεριφορά είναι μια προέκταση του όρου που συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει εξαρτήσεις από ουσίες, αλλά και άλλες συμπεριφορές που ο Fenichel(1945) ονόμασε εξαρτήσεις χωρίς ναρκωτικά. Μια εξαρτητική συμπεριφορά  χαρακτηρίζεται από ένα μοτίβο επαναλαμβανόμενων αποτυχιών ελέγχου της ίδιας της συμπεριφοράς και συνέχισής της παρά τις σημαντικές αρνητικές  της συνέπειες(Goodman,, 1990. Έρευνες έχουν δείξει ότι η ανορεξία και οι εξαρτήσεις  από τα ναρκωτικά χαρακτηρίζονται από κοινές διαδικασίες απώλειας του ελέγχου όπως και επαναλαμβανόμενων και καταναγκαστικών πράξεων.
Σε επίπεδο οικογένειας, μελέτες έχουν δείξει ότι τόσο στις οικογένειες των ατόμων με νευρική ανορεξία όσο και σε εκείνες των  εξαρτημένων από ουσίες ατόμων , παρατηρούνται διαταραχές σχετικές με την εγγύτητα(intimacy).  Η νευρική ανορεξία  σχετίζεται με ένα πιο άκαμπτο οικογενειακό κλίμα που περιλαμβάνει ταμπού σχετικά με την γυμνότητα και την σεξουαλικότητα κατά τη διάρκεια της παιδικής  ηλικίας .Η ακαμψία αυτή δεν παρατηρείται στις οικογένειες των εξαρτημένων από ουσίες ατόμων, όμως υπάρχουν άλλες κοινές διαταραχές αναφορικά με την εγγύτητα μεταξύ των μελών της οικογένειας  κατά την παιδική ηλικία και αυτές περιλαμβάνουν τη σωματική ή/ και τη σεξουαλική κακοποίηση και τον μη ασφαλή γονεικό δεσμό( Hodson, 2006).
Αν εξετάσουμε τις εν λόγω οικογένειες υπό την οπτική των εννοιών του αποχωρισμού και της αυτονομίας, θα βρούμε παραπάνω ομοιότητες. Οι εξαρτητικές συμπεριφορές σχετίζονται με ένα έντονο φόβο αποχωρισμού που βιώνεται από την οικογένεια  και ο οποίος βρίσκεται σε άμεση σύνδεση με μια έλλειψη διαπροσωπικής διαφοροποίησης εντός του οικογενειακού συστήματος.  Με τον όρο διαπροσωπική διαφοροποίηση (interpersonal differentiation)  εννοούμε την ικανότητα να βιώνω εγγύτητα με άλλους  και να διατηρώ την αυτονομία μου στις οικογενειακές σχέσεις. Είναι μια έννοια που αντανακλά την ικανότητα να διαφοροποιώ τον εαυτό μου από τον άλλον στα πλαίσια μιας στενής σχέσης σε επίπεδο  αντιλήψεων , κινήτρων, αξιών, γνωμών και συναισθημάτων . Στις οικογένειες όπου υπάρχει έλλειψη διαπροσωπικής διαφοροποίησης , παρατηρείται υψηλός βαθμός συναισθηματικής αντιδραστικότητας, χαμηλός βαθμός συναισθηματικής εγγύτητας αλλά και αυτονομίας στη οικογένεια , και τέλος χαμηλός βαθμός ελέγχου της ατομικής συμπεριφοράς στην ενήλικη ζωή. Τέτοιου  είδους διαταραχές στη διαπροσωπική διαφοροποίηση τόσο σε επίπεδο οικογενειακής συνοχής όσο και σε επίπεδο οικογενειακών αλληλεπιδράσεων,  εντοπίζονται και στα δυο προφίλ οικογενειών(Rowa, Kering& Geller, 2001, Lee&Bell, 2003).
Πιο συγκεκριμένα, τα ανορεξικά άτομα έχουν την τάση να θεωρούν τις οικογένειές τους υπερπροστατευτικές αλλά παράλληλα θεωρούν ότι το ενδιαφέρον/ φροντίδα που απολαμβάνουν από τους γονείς τους είναι χαμηλού βαθμού, χαρακτηριστικές διαστάσεις ενός μη στοργικού ελέγχου(affectionless control) ο οποίος εμπεριέχει την απόρριψη των πραγματικών τους αναγκών ( Turner, Ross& Cooper, 2005).  Η υπερπροστατευτικότητα που αναφέρουν οι ασθενείς με νευρική ανορεξία  θα μπορούσε να λειτουργεί αντισταθμιστικά στο χαμηλό βαθμό συνοχής αλλά και προσαρμοστικότητας που παρατηρήθηκε στις εν λόγω οικογένειες από τους Cook-Darrzens et al. (2005).
Στο ίδιο μήκος κύματος, οι γονείς των εξαρτημένων από ουσίες ατόμων σε έρευνα των Green& al(2005) έτειναν να υποτιμούν τη χρήση ουσιών από τα παιδιά τους ενώ παράλληλα υπερεκτιμούσαν τον  γονεικό έλεγχο που ασκούσαν  σε αυτά οι ίδιοι. Επιπρόσθετα, ο   Torresani (2000)  σε σχετική έρευνα  με εξαρτημένα από ουσίες άτομα , αναφέρει ότι οι ασθενείς εκτιμούσαν  ότι ο γονεικός έλεγχος ήταν υψηλός χωρίς να υπάρχει όμως στοργή και ουσιαστική φροντίδα.
Σε έρευνα των Doba et al (2014) βρέθηκε ότι και στις δύο περιπτώσεις οι ασθενείς  δίνουν χαμηλές απαντήσεις αναφορικά με τον ιδανικό βαθμό οικογενειακής αρμονίας(family cohesion) σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Ο όρος αυτός περιλαμβάνει διάφορες μεταβλητές όπως η οικειότητα, η ζεστασιά, ο χρόνος που περνούν μαζί τα μέλη της οικογένειας, η συνεκτικότητα , η ανταλλαγή φροντίδας κτλ.
Μια σημαντική διαφοροποίηση η οποία επισημαίνεται στην παραπάνω μελέτη , είναι ότι οι ασθενείς  με νευρική ανορεξία παρουσιάζουν μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες σε σχέση με τα εξαρτημένα από ουσίες άτομα, εύρημα που είναι απόλυτα λογικό αν αναλογιστεί κανείς το γεγονός ότι χρειάζεται ένας βαθμός εμπλοκής με άλλα άτομα για να προμηθευτούν την ουσία οι τελευταίοι. Επίσης υπήρχε σημαντική διαφοροποίηση  στο βαθμό πρόσληψης της ιδανικής προσαρμοστικότητας(adaptability) της οικογένειας, με τους ασθενείς με διαταραχή εξάρτησης από ουσίες να σκοράρουν υψηλότερα στην αντίστοιχη κλίμακα , εκδηλώνοντας έτσι θα λέγαμε την δυσαρέσκειά τους με τους οικογενειακούς κανόνες και την οικογενειακή λειτουργία η οποία απαιτεί από εκείνους συγκεκριμένες συμπεριφορές. Επιπλέον, σημειώθηκε μία περαιτέρω διαφορά αναφορικά με το  προφίλ των μητέρων, με τις μητέρες των εξαρτημένων από ουσίες ατόμων να εκφράζουν στο παιδί τους εντονότερα τη δυσαρέσκειά τους μέσω σχολίων για την κατάσταση του(critical comments) σε σχέση με της μητέρες των ασθενών με νευρική ανορεξία όπου τα σχόλια ήταν πολύ λιγότερα. Οι πατέρες των τελευταίων προσελάμβαναν τις οικογένειές τους ως λιγότερο αρμονικές(cohesion perceived) σε σχέση με τους πατέρες των εξαρτημένων από ουσίες ατόμων , χωρίς όμως να θεωρούν ότι ιδανικά(cohesion ideal) μια οικογένεια θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από έναν υψηλό βαθμό αρμονίας.
Τα ευρήματα των δύο τελευταίων παραγράφων οδήγησαν τους Doba et al (2014) στην υπόθεση ότι η διάκριση ανάμεσα στην κριτική που ασκούν οι μητέρες στα παιδιά τους για την κατάστασή τους και στο βαθμό πρόσληψης της οικογενειακής αρμονίας αλλά και της ιδανικής οικογενειακής αρμονίας από τη μεριά των πατέρων, θα μπορούσε να αποτελεί έναν  σημαντικό οικογενειακό μηχανισμό για τη διαφοροποίηση των δύο διαταραχών.